Αν ρίξει κάποιος μια ματιά σε ένα από τα βιβλία του ελληνικού ποδοσφαίρου, θα δει μεταξύ άλλων ότι τη σεζόν 1987-1988 πρωταθλήτρια αναδείχθηκε η Λάρισα, που ακόμη και μέχρι σήμερα, παραμένει η μοναδική επαρχιακή που έχει κατακτήσει το πρωτάθλημα. Η ίδια ομάδα έχει στην τροπαιοθήκη της άλλα δύο κύπελλα το μακρινό 1985, αλλά και το πολύ πρόσφατο 2007, ενώ ήταν φιναλίστ του θεσμού το 1982 και το 1984. Ψάχνοντας κάποιος και το αρχείο της UEFA, μπορεί να βρει ότι η Λάρισα έχει επτά συμμετοχές στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, με κορυφαία αυτή της σεζόν 1984-85, όταν έφτασε στα προημιτελικά του Κυπέλλου Κυπελλούχων, όπου αποκλείστηκε από την Ντιναμό Μόσχας.
Αν τώρα, ψάξει κάποιος την ιστορία του Ολυμπιακού Βόλου, θα βρει τίτλους και διακρίσεις, αν μπορούν να χαρακτηριστούν τέτοιες, στη Β’, Γ’, μέχρι και στην Δ’ Εθνική, όταν είχαν αυτή την ονομασία αυτές οι κατηγορίες. Εύκολα συμπεραίνει κανείς ότι δεν μπορεί να μπει στη ζυγαριά η ιστορία των δύο ομάδων κι ας έχει 27 χρόνια περισσότερα αυτή της Μαγνησίας. Μιλάμε για τη μέρα με τη νύχτα. Θα ήταν ντροπή για τη Λάρισα να συγκριθεί με τον Ολυμπιακό Βόλου, η ιστορία του οποίου είναι προτιμότερο να συγκριθεί με αυτή της γειτονικής Νίκης Βόλου (της «κομμώτριας» που λέει και ο Αχιλλέας Μπέος).
Είναι το λιγότερο απαράδεκτο να χαρακτηρίζεται η Λάρισα ως «ντροπή της Θεσσαλίας», μια ομάδα με όλες τις παραπάνω διακρίσεις, μια ομάδα που έχει «βγάλει» ποδοσφαιριστές, όπως ο Καραπιάλης, ο Μητσιμπόνας, ο Βουτιρίτσας και ο Βαλαώρας. Σαφώς και δεν την τιμούν τα όσα έγιναν την περασμένη Κυριακή στην «AEL FC Arena», τόσο με το πανό που αναρτήθηκε, όσο και με την επίθεση σε δημοσιογράφο, αλλά δεν γίνεται να ισοπεδωθούν όλα. Κάπου ας υπάρχει κι ένα όριο. Η αλαζονεία ποτέ δεν υπήρξε καλός σύμβουλος και φυσικά «έχει ο καιρός γυρίσματα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου